- πέρσε
- πέρθωwasteaor ind act 3rd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πέρσεν — πέρσε̄ν , πέρθω waste fut inf act (epic doric) πέρθω waste aor ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέρσες — πέρσε̄ς , πέρθω waste fut ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Περσεφόνη — Χθόνια θεότητα των αρχαίων Ελλήνων. Είναι βασίλισσα του Κάτω κόσμου, πλάι στον σύζυγό της Άδη, και παράλληλα αγροτική θεότητα, κόρη της Δήμητρας, αναφερόμενη με την ιδιότητα αυτή ως Κόρη· μαζί με τη μητέρα της αποτελεί αδιαίρετη δυάδα. Ως… … Dictionary of Greek
PERSES — I. PERSES Aegei et Medeae fil. Stephano; aliis Persaeo ex Andromeda genitus, Persarum genti nomen dedit, quum prius Κηφῆνες dicerentur, vide Herodot. l. 7. Agatharchides ἔκγονον, i. e. nepotem, Perlei vocat, quem plerique Graeci Persarum nominis… … Hofmann J. Lexicon universale
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Κομνηνός, Αλέξιος — (Κωνσταντινούπολη 1553 – 1619). Στρατηγός του γαλλικού στρατού. Καταγόταν από την οικογένεια των Κομνηνών του Βυζαντίου. Αρχικά υπηρέτησε τον δούκα της Σαβοΐας και κατόπιν προσέφερε τις υπηρεσίες του στην Ενετική Δημοκρατία. Αργότερα… … Dictionary of Greek